ΣΟΥΝΙΟ

Σούνιο (ή Κάβο κολώνες ή Καβοκολώνες) ονομάζεται το ακρωτήριο που βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο στην εσχατιά του νομού Αττικής. Τα παράλια του είναι βραχώδη και απότομα. Υψώνεται σχεδόν κάθετα από την θάλασσα σε μεγάλο ύψος σχηματίζοντας στους πρόποδες αυτού προς δυσμάς μικρό όρμο που με ισθμό χωρίζεται από έτερο ανατολικό ορμίσκο.

Το Σούνιο είναι γνωστό λόγω της σημαντικής γεωγραφικής θέσης του αλλά και εξαιτίας των ερειπίων του αρχαίου ναού του Ποσειδώνα που βρίσκονται σε αυτό. Στα νεότερα χρόνια, η ευρύτερη περιοχή λόγω της περιβαλλοντικής αξίας της, ανακηρύχθηκε εθνικός δρυμός. Η πρώτη γραπτή για το Σούνιο γίνεται από τον Όμηρο, που τον αποκαλούσε «Σούνιον ιερόν» (Οδύσσεια )[1] Συγκεκριμένα αναφέρει πως εκεί ο Μενέλαος στο ταξίδι της επιστροφής από τη Τροία, σταμάτησε για να θάψει τον καπετάνιο του πλοίου τον Φρόντη. Μαρτυρίες δίνουν επίσης οι Σοφοκλής (Αίας 1235), Ευριπίδης (Κύκλωπες 292), Παυσανίας (Ι, 1) και Βιτρούβιος (IV 7).

Στη αρχαϊκή περίοδο αναπτύχθηκε το ιερό πολύ, κάτι που αποδεικνύεται από τους κολοσσιαίους κούρους που είχαν στηθεί εκεί. Βρέθηκαν τρεις εξ αυτών που βρίσκονται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Εκείνη τη περίοδο φαίνεται κτίστηκε ο ναός της Αθηνάς Σουνιάδος σε χαμηλότερο γειτονικό λόφο. Η κατασκευή του πώρινου ναού του Ποσειδώνα χρονολογείται στις αρχές του 5ου αιώνα.. Όμως ο υπό κατασκευή αυτός ναός δεν ολοκληρώθηκε ποτέ γιατί καταστράφηκε από τους Πέρσες στη διάρκεια των Μηδικών πολέμων. Ένας μικρός ναός του Ποσειδώνα, κτίστηκε λίγο αργότερα , προσωρινά για να καλύπτει τις ανάγκες της λατρείας. Το 444 π.Χ οι Αθηναίοι έκτισαν τον νεότερο ναό του Ποσειδώνα.

Το Σούνιο οχυρώθηκε κατά το 9ο έτος του Πελοποννησιακού Πολέμου για την προστασία της από εκεί διέλευσης των σιτοφορτίων (Θουκυδίδης VIII 4) και μάλιστα το οχυρό αυτό θεωρούνταν το ισχυρότερο της Αττικής, όπως μαρτυρούν οι Δημοσθένης («Περί Στεφάνου» 238), Λίβιος (ΧΧΧΙ 25) και ο Σκύλαξ (21). Τα τείχη του, τμήματα των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα, είχαν πάχος 3,5 μ. και περιέκλειαν κυκλικά το χώρο σε περιφέρεια 500 μ. ενώ ανά 20 μέτρα το τείχος εκείνο, έφερε προστατευτικούς τετράγωνους πύργους. Το οχυρό αυτό επανδρώθηκε από φρουρά στρατιωτών της Μακεδονικής φάλαγγας, η οποία όμως απομακρύνθηκε από τον Δημήτριο Πολιορκητή το 307 π.Χ. Το 263 π.Χ. η φρουρά του Σουνίου αντιστάθηκε σε επίθεση του Αντίγονου Γονατά, αλλά τελικά έπεσε το οχυρό και μια μακεδονική φρουρά ξαναεγκαταστάθηκε εκεί.

Οι Αθηναίοι ανακατέλαβαν το φρούριο το 229 π.Χ. όταν ο Άρατος της Αχαϊκής Συμπολιτείας επενέβη και ο διοικητής αναγκάστηκε να παραδώσει τη θέση του με αντάλλαγμα χρήματα. Την περίοδο 104-100 π.Χ, το Σούνιο το κατέλαβαν χίλιοι επαναστατημένοι σκλάβοι από τα ορυχεία του Λαυρίου. Γενικά η τότε περιοχή του Σουνίου έφθανε προς μεν ανατολικά μέχρι τον όρμο του Θορικού, βόρεια του σημερινού λιμένα του Λαυρίου, από δε δυτικά μέχρι την Ανάφλυστο κατέχοντας έτσι την Σουνιακή άκρα «τον γουνόν τον Σουνιακόν» όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος.

Πηγή: Βικιπαίδεια

Shopping Basket